Τρίτη 11 Απριλίου 2017

ΤΟ ΚΑΛΥΜΜΑ ΚΑΙ Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ (Β' Κορ. 3, 6-16)


     Πολλά μυστικά της Π. Διαθήκης μας τα αποκαλύπτει ο Απόστο­λος Παύλος στις επιστολές του. Αυτό το διαπιστώνουμε μελετώντας και μία περικοπή από το τρίτο κεφάλαιο της Β' προς Κορινθίους επιστο­λής. Και μένουμε κατάπληκτοι για τον ωκεανό των μυστηρίων που κρύ­βονται στις σελίδες του παλαιού Νόμου.

Ας δούμε την περικοπή:

...διότι ο γραπτός νόμος καταδικάζει σε θάνατο, ενώ το Πνεύμα ζωοποιεί. Άλλ' εάν εκείνο που παράγει θάνα­το, ο γραπτός νόμος, χαραγμένος σε πέτρες, εγκαινιάσθηκε με λαμπρό­τητα, ώστε οι Ισραηλίτες να μη μπορούν να κοιτάξουν το πρόσωπο του Μωυσή, λόγω της λαμπρότητος του προσώπου του, η οποία όμως θα παρερχόταν, δεν θάχη μεγαλύτερη λαμπρότητα εκείνο που παράγεται από το Πνεύμα; Γιατί αν εκείνο που παράγει κατάκρισι είχε λαμπρότη­τα, πολύ μεγαλύτερη θα είναι η λαμπρότητα εκείνου που παράγει δικαίωσι. Και στην περίπτωσι αυτή εκείνο που κάποτε είχε λαμπρότητα και δόξα, την έχασε εξ αιτίας μιας πολύ μεγαλύτερης λαμπρότητας και δόξας. Γιατί αν εκείνο που επρόκειτο να παρέλθη, φάνηκε με δόξα και λαμπρότητα, πόσο μεγαλύτερη είναι η δόξα και λαμπρότητα εκείνου που μένει.

Επειδή λοιπόν έχουμε τέτοια ελπίδα, φερόμαστε με πολύ θάρ­ρος και παρρησία˙ όχι σαν τον Μωυσή που έβαζε κάλυμμα στο πρόσω­πό του, ώστε oι Ισραηλίτες να μη δουν το τέλος εκείνου που επρόκειτο να παρέλθη. Αλλά τα μυαλά τους πωρώθηκαν. Διότι μέχρι σήμερα το ίδιο κάλυμμα μένει κατά την ανάγνωσι της Π. Διαθήκης και δεν αφαιρεί­ται, διότι μόνο δια του Χριστού καταργείται. Αλλά μέχρι σήμερα κάθε φορά που διαβάζεται ο Μωυσής, υπάρχει ένα κάλυμμα στο μυαλό τους. Όταν όμως αυτός που διαβάζει Μωυσή επιστρέψη στον Κύριο, τότε αφαιρείται το κάλυμμα.

Εδώ γίνεται λόγος για την λάμψι του προσώπου του Μωυσή, όταν για δεύτερη φορά συνωμίλησε με τον Θεό επί σαράντα ημερόνυχτα και κατέβηκε από το Χωρήβ κρατώντας τις πλάκες με τις εντολές. Σημειώνεται ακόμη ότι ο Μωυσής κάποιες φορές σκέπαζε το πρόσωπο του μ' ένα κάλυμμα. Άλλοτε έπρεπε να το φορή και άλλοτε να το αφαιρή. Και τονίζεται ότι πίσω άπ' αυτές τις εμφανίσεις και κινήσεις του Μωϋσή κρύβονται σπουδαίες αλήθειες του Θεού, πραγματικότητες της Κ. Διαθήκης και προφητείες για την μελλοντική τύχη του Ισραηλιτικού λαού.

Πρόκειται για συμπυκνωμένα μυστήρια. Ω, τι δεν κρύβει η μελέ­τη της Γραφής! Τα λόγια της Γραφής μας ομιλούν για τα βάθη της σο­φίας του Θεού. Αποτελούν τα ίδια, βάθη θεϊκά. Για να κατανοήσουμε καλά τον λόγο του Παύλου, θα χρειασθή να διαβάσουμε το 34ο κεφά­λαιο της Εξόδου, τους στίχους 29-35:

Και καθώς κατέβαινε ο Μωυσής από το βουνό, οι δύο πλάκες της Διαθήκης ήταν στα χέρια του. Και ενώ κατέβαινε από το βουνό, δεν γνώριζε ο Μωυσής ότι η όψις του δέρματος του προσώπου του είχε γί­νει πολύ λαμπρή, τότε που μιλούσε προς αυτόν ο Κύριος. Και είδε ο Ααρών και μαζί του όλοι οι πρόκριτοι του Ισραήλ τον Μωυσή, και ήταν ολόλαμπρη η όψις του δέρματος του προσώπου του, και εξ αίτιας αυτού φοβήθηκαν να τον πλησιάσουν.

Τους εκάλεσε τότε ο Μωυσής και στράφηκαν προς αυτόν. Τον επλησίασε ο Ααρών και όλοι oι πρόκριτοι του Ισραηλιτικού λαού και ο Μωυσής μίλησε προς αυτούς. Κατόπιν πλησίασαν προς τον Μωυσή ό­λοι οι Ισραηλίτες και τους ανεκοίνωσε όλες τις εντολές που πήρε από τον Θεό στο όρος Σινά.

Όταν έπαυσε να τους ομιλή, έβαλε στο πρόσωπό του κάλυμμα. Κάθε φορά όμως που έμπαινε ο Μωυσής στην Σκηνή του Μαρτυρίου ενώπιον του Κυρίου για να μιλήση σ' αυτόν, έβγαζε το κάλυμμα μέχρι να βγη από την Σκηνή. Κι όταν έβγαινε, ανακοίνωνε σ* όλους τους Ισραηλίτες όσα του παρήγγειλε ο Κύριος. Και είδαν όλοι οι Ισραηλίτες ότι το πρόσωπο του Μωυσή είχε γίνει ολόλαμπρο και ακτινοβολούσε. Και τοποθέτησε ο Μωυσής κάλυμμα στο πρόσωπο του και το διατη­ρούσε μέχρις ότου έμπαινε στην Σκηνή για να συνομιλή με τον Κύ­ριον.

Η Γραφή δεν μας προσδιορίζει πόσο χρόνο μίλησε ο Μωυσής προς τον λαό, όταν κατέβηκε από το Σινά και ανακοίνωσε όλες τις εντο­λές του Θεού, πάντα όσα ενετείλατο Κύριος προς αυτόν· τις εντολές που αν τις δεχόταν, θα γινόταν διαθήκη ανάμεσα σ αυτόν και τον Θεό, και θα είχε από το ένα μέρος υποχρεώσεις και δεσμεύσεις και από το άλλο θ' απολάμβανε προνόμια. Ας υποθέσουμε ότι χρειάσθηκε δύο ώ­ρες. Αυτές τις ώρες, ενώ μιλούσε και γνωστοποιούσε τα κρίματα και τα δικαιώματα του Θεού, ήταν διαφορετικός από κάθε άλλη φορά το πρόσωπό του είχε μεταμορφωθή και περιλουζόταν με θεϊκή δόξα και ομορφιά. Ην δεδοξασμένη η όψις του χρώματος του προσώπου αυτού.

Αυτή η ομιλία του Μωυσή ήταν το κάτι άλλο· κάτι το μοναδικό κι ανεπανάληπτο. Και βάσει αυτής της ομιλίας θα έπαιρνε εμπρός η εβραϊκή θεοκρατία. Το πολίτευμα και το μέλλον ενός λαού κρινόταν άπ' αυτήν. Αυτό που αποκαλούμε Π. Διαθήκη θα στηριζόταν σ' αυτή την διάλεξι˙ μία διάλεξι που γινόταν μέσα σε πλαίσια θεϊκής δόξας, αφού το πρόσωπο του ομιλούντος άστραφτε από υπερφυσική λάμψι. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί τις διατυπώσεις το δεδοξασμένον (Β' Κορ. 3,10) και εγενήθη εν δόξη (3,7).

Συγκρίνοντας ο Απόστολος την μωσαϊκή δόξα με εκείνη της Κ. Διαθήκης παρατηρεί ότι η πρώτη προσδιορίζεται από χαρακτήρα προσ­ωρινό· το καταργούμενον, δόξα καταργούμενη, δια την δόξαν του προσώπου αυτού την καταργουμένην. Και έρχεται φυσική η σκέψις: Αν ο μωσαϊκός Νόμος που επρόκειτο κάποτε να αργήση, εμφανίσθηκε με δόξα, πόση ασύγκριτη δόξα θα πρέπει να κρύβεται μέσα στο Ευαγγέλιο το οποίο παραμένει αιώνιο.

Υπάρχουν και άλλες δόξες και λαμπρότητες στον χώρο της Π. Διαθήκης. Δεδοξασμένα όλα αυτά. Δεδοξασμένα όσα σχετίζονται με τον Μωυσή, με τον Δαβίδ, τον περίλαμπρο Σολομώντα, τον πύρινο Ηλία, τον μεγαλοφωνότατο Ησαΐα· αλλά όλα αυτά σε σύγκρισι με κά­ποια άλλα δεδοξασμένα, βρίσκονται σε κατώτερη μοίρα. Πολύ χτυ­πητά και πολύ λογοτεχνικά το παρουσιάζει το πράγμα ο Απόστολος: Και γαρ ου δεδόξασται το δεδοξασμένον εν τούτω τω μέρει ένεκεν της υπερβαλλούσης δόξης (3,10).

Δηλαδή: Δεν είναι καν δόξα η δόξα του δοξασμένου παλαιού νό­μου, αν ήθελε να συγκριθή με την Κ. Διαθήκη, εξ αίτιας της υπερβολι­κής δόξας που έχει η Διαθήκη αυτή.

Στην σύναψι της Π. Διαθήκης στέκεται μεσίτης ο Μωυσής, που για ένα διάστημα το πρόσωπο του λάμπει. Αλλά στην Κ. Διαθήκη υπάρχει ο Χριστός που είναι το φως το αληθινόν, το φως του κόσμου, το απαύγασμα της δόξης του Θεού˙ ο Χριστός που είναι, για να χρησι­μοποιήσουμε την φρασεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, φως υπέρ νουν, απρόσιτον, φως ουράνιον, άπλετον, άχρονον, αΐδιον, φως απαστράπτον αφθαρσίαν, φως Θεούν τούς θεωμένους... υπέρφωτος λαμπρότης του αρχετύπου κάλλους, καλλονή του μέλλοντος και μέ­νοντος αιώνος. Ας θυμηθούμε λίγο την δόξα και την φωτοχυσία του Θαβώρ. Αλλά και ο κάθε λόγος του Χριστού αποτελεί φως, και κάθε αρετή που προβάλλει αποτελεί ακτίνα φωτός και κάθε πιστός που θα δεχθή στην ζωή του τον Χριστό γίνεται φως, και κάθε υμνολόγημα της Εκκλησίας και κάθε τελετουργία και κάθε μυστήριο με αποκορύφωμα το βάπτισμα, το χρίσμα και την Θ. Ευχαριστία είναι φώτα μεγάλα.

Η Εκκλησία αποτελεί την νέα Ιερουσαλήμ. Την Ιερουσαλήμ που την είδε ο προφήτης Ησαΐας λουσμένη με θεϊκή δόξα: φωτίζου, φωτίζου Ιερουσαλήμ, ήκει γαρ σου το φως, και η δόξα Κυρίου επί σε ανατέταλκεν (60,1). Και η Εκκλησία έχει μόνιμη την παρουσία του θείου φωτός, κρυμμένου κάπως στην πρώτη της φάσι, της στρατεύσεως, και ολοφάνερου στην μελλοντική φάσι, του θριάμβου. Αντίθετα η δόξα της Π. Διαθήκης είχε περιορισμούς, τόσο σε ποσότητα όσο και σε χρο­νική διάρκεια. Αυτό υποδηλωνόταν από το πρόσωπο του Μωυσή. Η λάμψις του δεν επρόκειτο να κράτηση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δεν τον συνώδευσε μέχρι τέλους της ζωής του. Λάμψις προσωρινή.

Τα μυστήρια της Π. Διαθήκης είναι πολλά και ανεξιχνίαστα. Μόνο οι Απόστολοι της Κ. Διαθήκης και οι θεόσοφοι Πατέρες της Εκκλησίας μας μπορούν να τα ανιχνεύσουν.

Ο Μωυσής όταν κατευθυνόταν προς τον λαό για να ομιλήση, εί­χε τοποθετημένο στο πρόσωπό του ένα κάλυμμα. Αν κάποιος εκείνη την ώρα τραβούσε το κάλυμμα, θ' αντίκρυζε την θεϊκή λάμψι του προ­σώπου του. Αυτό θα πη ότι η Π. Διαθήκη, που εικονίζεται από τον Μωυσή είναι σκεπασμένη. Αν μπορεί κάποιος να την ξεσκεπάζη θα βλέπη κάτω από τα λόγια της και τις διηγήσεις της την λάμψι της Κ. Δια­θήκης, τον Χριστό και το Ευαγγέλιο.

Ο Απόστολος Παύλος αρκετές φορές τράβηξε αυτό το κάλυμμα και απεκάλυψε αλήθειες του Χριστού. Ένα παράδειγμα:

Στο δ' κεφάλαιο της προς Γαλατάς επιστολής ομιλεί για τις δύο γυναίκες του Αβραάμ, την ελεύθερη Σάρρα και την δούλη Άγαρ. Ομιλεί και για τα δύο παιδιά που γέννησαν. Και καταδεικνύει ότι όσα ανα­φέρει η Γραφή για την Σάρρα αφορούν την Χριστιανική Εκκλησία. Η Σάρρα λ.χ. για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν στείρα. Στα ενενήντα της χρόνια λύθηκε η στειρότητά της και απέκτησε τον Ισαάκ, που έμελλε να ανήκη στους προπάτορες του Χριστού. Έτσι ακριβώς συνέβη με την Εκκλησία. Τα έθνη που απετέλεσαν την Εκκλησία κάποτε ζούσαν στην στειρότητα της ειδωλολατρείας. Ήρθε όμως κάποια ευλογημένη ώρα που δέχθηκαν το Ευαγγέλιο και πλουτίσθηκαν με ζηλευτή γονιμότητα. Τα δικά της παιδιά και σε ποσότητα και σε ποιότητα ξεπέρασαν τα παι­διά της άλλης που δεν ήταν στείρα, δηλαδή της Άγαρ. Λέγοντας Άγαρ δηλώνουμε την εβραϊκή Συναγωγή.

Η Σάρρα είχε την χάρι της ελευθερίας. Δεν άνηκε στις δούλες ό­πως η Άγαρ. Αυτή η ελευθερία σημαίνει την ελευθερία, την οποία έ­χουν τα τέκνα της Χριστιανικής Εκκλησίας που δεν βαστάζουν στον τράχηλο τους το δυσβάστακτο φορτίο του Μωσαϊκού νόμου με τις αναρίθμητες εντολές και διατάξεις και απειλές.

Μέσα στην Χριστιανική Εκκλησία δεν δεσπόζει το γράμμα του νόμου, αλλά η Ιερή ελευθερία του Αγίου Πνεύματος. Όπου υπάρχει το Πνεύμα του Κυρίου, εκεί υπάρχει ελευθερία (Β' Κορ. 3, 17) ση­μειώνει ο Απόστολος. Βέβαια, όσο η Εκκλησία είναι στρατευόμενη, η ελευθερία αυτή έχει κάποιες δεσμεύσεις και συναντά κάποιες δυσχέ­ρειες· όταν όμως μετά την Β' Παρουσία του Κυρίου θα γίνη θριαμβεύουσα, τότε θα έχουμε το πλήρωμα της ελευθερίας. Η άνω Ιερου­σαλήμ είναι ελευθέρα και αυτή είναι μητέρα όλων μας (Γαλ. 4,26).

Όσο περισσότερο εξιχνιάσουμε τα αναφερόμενα στην Σάρρα, θα βλέπουμε όλο και πιο πολλές αλήθειες που αφορούν την Χριστιανική Εκκλησία.

Και πίσω από τα διάφορα Ιερά πρόσωπα της Π. Διαθήκης, αν τραβηχθή το κάλυμμα, εμφανίζεται η μορφή του Χριστού. Ο Νώε λ.χ. με την κιβωτό δείχνει τον Χριστό με την Εκκλησία. Το πύρινο άρμα που ανέλαβε τον Ηλία ομιλεί για την ανάληψι του Χριστού, κ.ο.κ.

Ας δούμε τώρα μία άλλη πτυχή του θέματος. Ο Μωυσής εικονίζει όλους τους Εβραίους. Ας παρατηρήσουμε νοερά τον Μωυσή με το κάλυμμα στο πρόσωπο. Τι κρύβεται πίσω άπ' αυτήν την εικόνα; Δηλώ­νεται ένας ολόκληρος λαός, ο εβραϊκός που έχει ένα τυφλοπάνι στα πνευματικά του μάτια. Στον Μωυσή ήταν σκεπασμένοι οι σωματικοί οφθαλμοί. Στους Εβραίους είναι καλυμμένοι οι οφθαλμοί της ψυχής. Τους δέρνει πνευματική τύφλωσι, και γι αυτό δεν μπορούν να δουν και να αναγνωρίσουν τον Ιησού εκ Ναζαρέτ σαν Μεσσία. Έτσι απορρί­πτουν τον αληθινό Χριστό και την Εκκλησία του. Δυστυχώς κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται (Β' Κορ. 3, 15).

Έτσι, διαβάζοντας τα βιβλία του Νόμου και των προφητών που με έργα, λόγια, πρόσωπα, πράγματα και γεγονότα δείχνουν τον Ιησού Χριστό, δεν νοιώθουν τίποτε. Άχρι γαρ της σήμερον το αυτό κάλυμμα επί τη αναγνώσει της Παλαιάς Διαθήκης μένει (στ. 14). Μέχρι και σή­μερα εξακολουθεί η λυπηρή αυτή Ιστορία. Ενώ διαβάζουν την Π. Δια­θήκη, ουσιαστικά δεν την διαβάζουν, αφού δεν μπορούν να την ξεσκε­πάσουν και να ανακαλύψουν τον κρυμμένο θησαυρό. Αυτήν την θλιβε­ρή κατάστασι την χαρακτηρίζει ο Απόστολος με μία βαρειά φράσι, πώρωσι της διανοίας - επωρώθη τα νοήματα αυτών (στ. 14). Πώρωσις θα πη, να πετρώση κάτι, να απολιθωθή. Αλλά, τι κρίμα! Οι ψυ­χές των Εβραίων θέλησαν να παραμένουν πετρωμένες και απολιθω­μένες και δεν μπορούν να αλιεύσουν τον πολύτιμο μαργαρίτη που κρύ­βεται στην θάλασσα της Π. Διαθήκης.

Δεν είναι ωραίο να συναντήσης κάποιον με σκέπασμα στα μάτια του. Δεν πάει καλά, να τον έχης απέναντί σου και να σου ομιλή. Ο Μωυσής όμως έτσι παρουσιαζόταν στους Εβραίους, για να προεικονίση μία δυσάρεστη πραγματικότητα, ότι δηλαδή οι Εβραίοι διαβάζουν την Αγία Γραφή με σκεπασμένους οφθαλμούς. Αλλά, πως γίνεται να διαβάζη κάποιος βιβλίο με τυφλοπάνι στα μάτια και να μπορή να το κα­τανοήση!

Κανείς από τους αναγνώστες μας δεν θ' αντίκρυσε στην ζωή του τέτοιο αλλόκοτο θέαμα: Να τοποθετή κάποιος ένα βιβλίο απέναντι του και να το διαβάζη, αφού καλύψη τα μάτια του μ' ένα πανί. Αυτό ανήκει στα πράγματα που δεν μπορούν να γίνουν. Και όμως αυτό γίνεται στον λαό του Ισραήλ. Διαβάζουν αιώνες τώρα τον Μωυσή και τους προφή­τες, αλλά δεν υπάρχει κανένα όφελος γιατί οι νοεροί οφθαλμοί είναι σκεπασμένοι. Κάλυμμα επί την καρδίαν αυτών κείται. Άραγε αυτό το κάλυμμα θα παραμένη συνέχεια στην καρδιά τους μέχρι της συντελείας;

Ας δούμε τον 16ο στίχο: Ηνίκα δ' αν επιστρέψη προς Κύριον, περιαιρείται το κάλυμα. Δηλαδή όταν όμως επιστρέψη προς τον Κύ­ριον, αφαιρείται το κάλυμμα. Όταν καθένας που διαβάζει τον Νόμο και τους Προφήτες επιστρέψη προς τον Κύριον, τότε σηκώνεται το κά­λυμμα και καταλαβαίνει για ποιόν ομιλεί η Π. Διαθήκη.

Νοερώς μεταφερόμαστε στα χρόνια που ζούσε ο Μωυσής, μετά την σύναψι της διαθήκης. Ο Μωυσής έκανε δύο κινήσεις, μία προς τον λαό για να αναγγείλη το θέλημα του Θεού και μία προς την Σκηνή του Μαρτυρίου, για να μιλήση στον Θεό και να πάρη εντολές. Βλέπουμε τον Μωυσή, αφού απηύθυνε λόγους προς τον λαό, να κατευθύνεται προς την Σκηνή, όπου κατοικούσε ο Κύριος. Επιστρέφει λοιπόν προς τον Κύριο. Αυτή η επιστροφή συνοδεύεται από κάποια αλλαγή. Ενώ δηλαδή προηγουμένως που μιλούσε στον λαό, φορούσε στο πρόσωπο του κάλυμμα, τώρα που επιστρέφει, απλώνει τα χέρια του και βγάζει το μαντήλι από το πρόσωπο του, και ελευθερώνει τα μάτια του.

Πίσω από αυτή την πραγματικότητα κρύβεται κάποια άλλη, κά­ποια μελλοντική. Εδώ έχουμε να κάνουμε με προφητεία. Η έννοια της επιστροφής συνδέεται με την έννοια της λειτουργίας της οράσεως. Επιστρέφει ο Μωϋσής, και τα μάτια απελευθερώνονται. Θα έρθη κά­ποια εποχή που θα επιστρέψη στον Ιησού ο εβραϊκός λαός και θα τον αναγνώριση σαν αληθινό Μεσσία. Τότε πια δεν θα υπάρχη τύφλωσις. Τα μάτια των Εβραίων θα μπορούν να ιδούν καθαρά τι κρύβεται κάτω από τις σελίδες της Π. Διαθήκης. Τότε, το τυφλοπάνι που τους έβαλε στα μάτια ο σατανάς και η αμαρτία και ο εγωισμός τους, θα πεταχθή. Τότε θα έχουμε απελευθέρωσι της οράσεως, απαλλαγή από τον σκοτισμό του νου και την πώρωσι της καρδιάς. Τότε τα λόγια του Χριστού, εγώ ήρθα στον κόσμο τούτο, για να αποκτήσουν φως εκείνοι που δεν βλέπουν και να γίνουν τυφλοί αυτοί που βλέπουν (Ιωάν. 9,39) υφί­στανται μία τροποποίησι: Εκείνοι που έβλεπαν και έγιναν τυφλοί απε­φάσισαν να μετανοήσουν και να ζητήσουν Αυτόν που δίνει φως στους ψυχικά τυφλούς. Οι βλέποντες που έγιναν τυφλοί ξαναγίνονται βλέπον­τες.

Την ημέρα της Πεντηκοστής ξεχύθηκε στην Ιερουσαλήμ το Άγιον Πνεύμα. Οι Εβραίοι όμως το απέρριψαν. Μάλιστα ειρωνεύονταν και χαρακτήριζαν μεθυσμένους τους Αποστόλους που το δέχθηκαν.

Αφού πήραν αρνητική στάσι στο Άγιο Πνεύμα, αδυνατούν να δουν τα μυστήρια του Πνεύματος που κρύβονται στην Π. Διαθήκη. Θα έρθη ό­μως κάποια μελλοντική εποχή που θα δεχθούν την χάρι του Πνεύμα­τος. Τότε θ' ανοίξουν τα πνευματικά τους μάτια και θα δουν τι κρυβόταν στις σελίδες του Ιερού βιβλίου.

Σημειώνει ο Ιερός Θεοφύλακτος, αρχιεπίσκοπος Βουλγαρίας: Ό­ταν ο Εβραίος αφήση τον Νόμο και επιστρέψη στο πνευματικό Ευαγγέλιο, τότε σηκώνεται και αφαιρείται άπ' αυτόν το σκέπασμα και η παχύτητα της καρδιάς του. Διότι και στον Μωυσή έτσι γινόταν. Όταν ο Μωυσής γύριζε προς τον Θεόν, σήκωνε το σκέπασμα από το πρόσωπό του. Αυτό αποτελούσε μία προτύπωσι του μέλλοντος. Δηλαδή όταν ο Εβραίος γυρίση προς το Άγιον Πνεύμα - διότι τούτο είναι ο Κύριος - τότε θα ιδή γυμνό και ασκέπαστο το πρόσωπο του νομοθέτη Μωυσή. Ή καλύτερα, και ο ίδιος θα φθάση στο επίπεδο του Μωυσή και θα απόλαυση την δόξα του Ευαγγελίου, η οποία υπερβάλλει την δόξα του Νόμου. Αυτήν την δόξα θα του την χαρίση το Πνεύμα που είναι ο Κύ­ριος, που είναι ο Παντοδύναμος.

Στις ψυχές των Εβραίων που θα επιστρέψουν στον Χριστό, που θα δεχθούν το δώρο της Πεντηκοστής, δεν είναι μόνο ότι θα ανοίξουν τα μάτια τους, αλλά επί πλέον θα νοιώσουν την ελευθερία του Αγίου Πνεύματος. Στον Μωσαϊκό Νόμο υπήρχε ζυγός και δουλεία, ενώ στον Νόμο του Πνεύματος, δηλαδή στο Ευαγγέλιο, υπάρχει ελευθερία.

Ο Χριστός χορηγώντας σε μία ψυχή το Άγιον Πνεύμα, χορηγεί και την ελευθερία. Ας θυμηθούμε τον χαρακτηρισμό που έδωσε ο Κύ­ριος στο Άγιο Πνεύμα. Το ωνόμασε Πνεύμα της αληθείας. Και η αλή­θεια έχει την Ιδιότητα να χαρίζη στις ψυχές ελευθερία, σε αντίθεσι με το ψεύδος που φέρνει αμφιβολίες, σύγχυσι, σκοτάδια και δεσμά.

Στο Ευαγγέλιο υπάρχουν κάποιοι ζωηροί διάλογοι του Χριστού με τους Ιουδαίους. Σε μία τέτοια περίστασι ο Χριστός ετόνισε: Εάν σεις μείνετε στον λόγο μου, θα είσθε πραγματικά μαθητές μου, και θα γνω­ρίσετε την αλήθεια, και η αλήθεια θα σάς ελευθέρωση (Ιωάν. η' 32). Γνώσεσθε την άλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς.

Ο συρφετός του ψεύδους, της πλάνης, της δεισιδαιμονίας, των προλήψεων, των φαντασιώσεων, των ψεύτικων Ιδεολογιών, των αιρέσεων, όχι μόνο δουλώνει, αλλά καταδουλώνει την ψυχή του άνθρω­που. Όταν όμως δεχθούμε μέσα μας το Πνεύμα της αληθείας, όταν γνωρίσουμε και ενστερνισθούμε την αλήθεια, τότε λυτρωνόμαστε από τον σκοτεινό αυτό συρφετό. Όταν ο νους μας δεχθή την αλήθεια του Χριστού, διευρύνεται από το φως της και εξυψώνεται πάνω από τα αισθητά και κινείται στην απεραντοσύνη του Θεού, εκεί που βασιλεύει το καθαρό φως του Θεού.

Όπου υπάρχει η παρουσία του Αγίου Πνεύματος και η αλήθεια του Θεού, εκεί καταπολεμείται και εξουδετερώνεται η αμαρτία. Απαλλαγή από την αμαρτία, δεν είναι τίποτε άλλο παρά κατάκτησις της ελευθερίας.

Η αμαρτία με την απατηλή γοητεία που ασκεί και με τα πλάνα θέλγητρά της αποκτά κυριαρχία πάνω στην καρδιά του ανθρώπου. Το φως όμως της αλήθειας καταδεικνύει το ψεύδος αυτών των θέλγη­τρων, και έτσι τα δεσμά της αμαρτίας θραύονται, και ο άνθρωπος απε­λευθερώνεται.

Ας ευχηθούμε να λυτρωθούμε από τις αλυσίδες της αμαρτίας και των παθών, αλλά και από την θολούρα της πλάνης, καθώς και από κάθε κάλυμμα που αχρηστεύει την λειτουργία της οράσεως μας. Τότε θα πλέουμε σε φωτεινούς γαλάζιους αιθέρες, όπου χοροί αγγελικοί θα ψάλλουν: Ο Κύριος το Πνεύμα έστιν ου δε το Πνεύμα Κυρίου, εκεί ελευθερία (Β' Κορ. 3, 17).



Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλης (1940-2009)

Από το βιβλίο: ΠΕΡΙΠΑΤΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου