Τετάρτη 12 Απριλίου 2017

ΑΝΕΛΠΙΣΤΗ ΑΠΕΜΠΛΟΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΚΟΥΡΟΥΪΣΜΟ


Αρχιμανδρίτου Δανιήλ Γούβαλη


   Έχει τύχει πολλές φορές στην ζωή μου να γνωρισθώ με πρόσωπα που είχαν μπλέξει με διάφορες πλάνες, αφέσεις και παραθρησκείες. Αν συνέβη μερικά από αυτά τα πρόσωπα να τα βοηθήσω κάπως να κατανοήσουν την αλήθεια της Ορθοδοξίας, ας έχει δόξα ο Θεός. «Ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω».

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, χωρίς να το θέλω, γνώρισα καλά τον κόσμο της πλάνης. Είδα με τι πονηρό τρόπο ο εχθρός της αλήθειας οδηγεί τους ανθρώπους σε ψεύτικους δρόμους, που τους εμφανίζει σαν θεϊκούς. Ο απόστολος Παύλος ομιλεί για την «μεθοδείαν της πλάνης» (Εφ. δ' 14). Έτυχε όμως να γνωρίσω και την «μεθοδείαν της χάριτος», πώς ο Θεός μεθόδευσε την απαγκίστρωση ψυχών από τα δίχτυα των διαφόρων πλανών, από την σκλαβιά της Αιγύπτου. O Κωνσταντίνος (ας μην αναφέρουμε το επώνυμο του) στις αρχές της δεκαετίας του 1970 έμπλεξε με μια θρησκευτική κίνηση που ονομαζόταν «Υπερβατικός διαλογισμός». Σιγά-σιγά προχώρησε σ' αυτήν και έγινε οπαδός της. Αφιερώθηκε πλήρως σ' αυτήν. Άλλα μη βρίσκοντας εσωτερική ανάπαυση άρχισε να αναζητεί κάτι άλλο. Κάποια νύχτα, κοντά στα ξημερώματα, όταν ηχούσαν οι χριστουγεννιάτικες καμπάνες, ξύπνησε μέσα του η σβησμένη φλόγα της χριστιανικής πίστεως. Πρόκειται για μία συγκινητική και διδακτική ιστορία.

Ας την δούμε πιο καλά, με λεπτομέρειες.

O Κωνσταντίνος, καθώς ξεφύλλιζε κάποια εφημερίδα, κόλλησαν τα μάτια του σε μια ανακοίνωση. Μία κίνησις, που έφερε τον τίτλο «Κέντρο πνευματικής αναγεννήσεως», διοργάνωνε κάποια ομιλία που θα έδειχνε «υψηλούς δρόμους πνευματικών πτήσεων». Απεφάσισε να την παρακολουθήσει. Ο ομιλητής ήταν οπαδός ενός Ινδού θρησκευτικού διδασκάλου, του Μαχαρίσι Μάχες Γιόγκι και πρόβαλλε τις ιδέες του. Μιλούσε για την μέθοδο του λεγομένου «Υπερβατικού διαλογισμού», η οποία υποσχόταν μεγάλα και θαυμαστά πράγματα. Όποιος ακολουθούσε τον γκουρού Μαχαρίσι, θα γινόταν πολύ σπουδαίος και πολύ μεγάλος, θα ανέπτυσσε όλες τις δυνάμεις που έκρυβε μέσα του και θα ανέβαινε σε υψηλότερες πνευματικές σφαίρες.

Σαν Χριστιανός ο Κωνσταντίνος ήταν, όπως λέμε, «της ταυτότητος». Η ταυτότητα του έγραφε «Χριστιανός Ορθόδοξος». Ζούσε την συνηθισμένη κοσμική ζωή με τις συνήθεις υλιστικές επιδιώξεις. Αν καμιά φορά εκδήλωνε και κάτι χριστιανικό, αυτό χρωματιζόταν από την χλιαρότητα. Η ψυχή του ανθρώπου είναι πλασμένη για θεϊκά πράγματα. Διψάει για τον ουρανό, για τον κόσμο του Θεού. Όταν η δίψα αυτή δεν ικανοποιηθεί από σωστές πηγές, υπάρχει κίνδυνος να αναζητηθούν βλαβερές πηγές που δεν προσφέρουν καθαρό και υγιεινό νερό.

Αυτό συνέβη και με τον Κωνσταντίνο. Άρχισε να δείχνει ένα έντονο ενδιαφέρον για τις διδασκαλίες του Ινδού διδασκάλου. Τις πίστεψε για σωστές, για αληθινές. Νόμισε ότι αυτές θα τον οδηγήσουν στον δρόμο της θεϊκής αλήθειας, στην λύτρωση. Οι άνθρωποι του Μαχαρίσι, στην Ελλάδα, του είπαν ότι για να προοδεύσει, χρειάζεται να δεχθεί με συγκεκριμένο τρόπο την ευλογία του γκουρού. Του μίλησαν για μια τελετουργία, κατά την οποία θα έπαιρνε θεϊκή ενίσχυση για να προχώρηση μπροστά. Όταν άκουσε για τελετουργία, είχε κάποιους ενδοιασμούς. Δεν ήθελε να αλλάξει θρησκεία, παρόλο βέβαια που σαν Χριστιανός ήταν χλιαρός.

Τότε του εξήγησαν ότι αυτή η τελετουργία είναι, για να του ανοίξει τον δρόμο στην άσκηση του διαλογισμού και ότι ο διαλογισμός δεν σχετίζεται με κάποια συγκεκριμένη θρησκεία. Με τον διαλογισμό, του είπαν, ο καθένας παραμένει στην θρησκεία του και γίνεται καλύτερος σ' αυτήν. Δηλαδή ο Χριστιανός, όταν θα κάνη διαλογισμό, θα γίνεται καλύτερος Χριστιανός, και ο Μουσουλμάνος θα γίνεται καλύτερος Μουσουλμάνος και ο Βουδιστής καλύτερος Βουδιστής. Τον έπεισαν.

Έτσι κάποια μέρα, αφού πήρε μαζί του διάφορα πράγματα (μαντήλι-λουλούδια-φρούτα) μπήκε σ' ένα μικρό δωμάτιο όπου εδέσποζε η εικόνα του Ινδού διδασκάλου κι εκεί μόνος αυτός με τον αντιπρόσωπο του γκουρού μετέσχε σε μια τελετή και δέχθηκε ό,τι προβλεπόταν γι' αυτόν. Αυτό, όπως αργότερα ο ίδιος έλεγε, ήταν η πρώτη μύησις. Τότε έλαβε και το λεγόμενο «μάντρα», δηλαδή μια σανσκριτική λέξη, που θα αποτελούσε την λέξη του διαλογισμού, θα την επαναλάμβανε συνεχώς επί όση ώρα θα του όριζαν. Ας πούμε θα καθόταν μία ώρα το πρωί και μία το βράδυ, θα συγκέντρωνε την σκέψη του και νοερώς θα έλεγε «άϊν, άϊν, άϊν, άϊν...» επί μια ώρα.

Όσα συνέβησαν στην μύηση, τον ανησύχησαν. Νόμισε ότι έκανε κάτι σαν βάπτισμα, ότι άλλαξε θρησκεία. Είχε δισταγμούς για τον διαλογισμό με το «αιν» και είπε στον μυητή: «Μήπως είναι καλύτερα να κάνω διαλογισμό με το «Πάτερ ημών»; Εκείνος κοίταξε να τον πείσει ότι όσα συμβαίνουν στον Υπερβατικό διαλογισμό, στην κίνηση του γκουρού Μαχαρίσι, δεν έχουν σχέση με θρησκεία, άλλα αποτελούν επιστημονική μέθοδο προόδου.

Του είπε: «Εσύ παραμένεις Χριστιανός. Δεν άλλαξες θρησκεία. Από το να πεις το «Πάτερ ημών» δεν εμποδίζεσαι. Να, ας το πούμε μαζί... Παραμένεις λοιπόν Χριστιανός, αλλά γίνεσαι καλύτερος Χριστιανός απ' ο.τι ήσουν μέχρι τώρα».

Εδώ θα κάνουμε δύο παρατηρήσεις.

Η πρώτη είναι ότι ο άνθρωπος του γκουρού απέκρυψε από τον Κωνσταντίνο την πραγματικότητα. Ή αλήθεια είναι ότι ο Μαχαρίσι ήταν Ινδουιστής και όσοι Χριστιανοί θα τον ακολουθούσαν θα γίνονταν κι αυτοί Ινδουιστές. Έτσι θα μάθαινε αργότερα ότι η σωτηρία δεν σχετίζεται με την θυσία του Ιησού Χρίστου στο Γολγοθά, άλλα με τις αλλεπάλληλες μετενσαρκώσεις και μετεμψυχώσεις.

Η δεύτερη παρατήρησις είναι ότι ο σατανάς αντιγράφει τον Θεό. Μέσα στον χριστιανισμό όσοι προχωρούν πνευματικά, αποκτούν την αδιάλειπτο προσευχή και επαναλαμβάνουν συνεχώς τις λέξεις «Ιησού» ή «Κύριε Ιησού» ή «Κύριε Ιησού Χριστέ», ή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Και οι άγγελοι επίσης στον ουρανό επαναλαμβάνουν συνεχώς την λέξη «άγιος». «Άγιος, άγιος, άγιος». Τρισάγιος ύμνος προς τα τρία πρόσωπα της θεότητος.

Οι άγιοι της Εκκλησίας μας από παλαιά έχουν επισημάνει αυτήν την αντιγραφή που κάνει ο διάβολος. Παραπέμπουμε πρόχειρα στον αρχαίο χριστιανό απολογητή Ιουστίνο, ο οποίος παρατηρεί ότι στην θρησκεία του Μίθρα, ο διάβολος ενέπνευσε να γίνωνται τελετουργίες που αντιγράφηκαν από την χριστιανική θρησκεία.

Εδώ έχουμε μια μεγάλη διαφορά. Στην αληθινή θρησκεία ο Χριστιανός που λέει το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» νοιώθει ότι είναι ο ίδιος πρόσωπο και απευθύνεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο, τον Ιησού Χριστό, και δημιουργείται μία προσωπική σχέσις. Στον Ινδουιστικό όμως διαλογισμό, το απρόσωπο άτμαν του ανθρώπου προσπαθεί να συνδεθεί με το απρόσωπο βράχμαν, δηλαδή με την απρόσωπη θεϊκή ουσία. Έτσι στους διαλογισμούς των γιόγκι έχουμε μία πορεία στησίματος. Να εξαφανισθεί το άτμαν μέσα στο βράχμαν. Να χυθεί το ποτάμι μέσα στον απρόσωπο ωκεανό και έτσι το ποτάμι να σβήσει.

Υπάρχει και άλλη διαφορά. Τα μάντρα, δηλαδή οι λέξεις ή οι συλλαβές του διαλογισμού, αποτελούν ονόματα θεοτήτων του ινδουιστικού πανθέου, είτε ονόματα ολόκληρα είτε συντετμημένα. Σύμφωνα με την διδασκαλία της Αγίας Γραφής οι θεοί των εθνών είναι δαιμόνια. Όποιος λοιπόν ανήκει σε κάποια γκουρουιστική κίνηση και κάνει διαλογισμό, παραδίδει την ψυχή του στα δαιμόνια.

Ας επανέλθουμε όμως στην διήγησή μας.

Ο Κωνσταντίνος άρχισε να λέει συνεχώς το «άιν-άιν-άιν». Καθώς προχωρούσε στον διαλογισμό, προχωρούσε και στην ψυχική αποχαύνωση. Και στο τέλος είχε πολλές παραισθήσεις-ψευδαισθήσεις ή - γιατί όχι; - δαιμονικές φαντασιώσεις. Όλα αυτά τα εξελάμβανε ως σημάδια πνευματικής προόδου.

Πίστεψε ότι ανακάλυψε την αλήθεια. Στα πρόσωπα των ομοϊδεατών έβλεπε τους ανθρώπους που βρίσκονταν μέσα στην αλήθεια. Θαύμαζε που μιλούσαν για την αγάπη, την παγκόσμια αδελφοσύνη, την ένωση με τον Θεό. Έβλεπε σοβαροφάνεια, πλατειά χαμόγελα, ένα ντεκόρ θεοσέβειας.

Σκέφθηκε ότι πρέπει να οδηγήσει και τους δικούς του στην αλήθεια. Άρχισε λοιπόν να ομιλεί στην γυναίκα του και στα τρία του παιδιά για τον Μαχαρίσι και για την διδασκαλία του. Πέρασαν δύο χρόνια και κάτι περισσότερο. Τώρα κρίθηκε ικανός να υποστεί την δεύτερη τελετουργία, η οποία θα γινόταν από τον ίδιο τον γκουρού Μαχαρίσι. Θα ερχόταν στην Αθήνα και τότε θα τελούσε τις μυήσεις β' βαθμού. Έτσι έγινε.

Τώρα άλλαξε η διαλογιστική λέξις. Στο έξης θα έλεγε συνεχώς; «άιν-νάμα, άιν-νάμα, άιν-νάμα...», Μετά την δεύτερη μύηση ζούσε μία κατάσταση πρωτοφανούς εγωισμού. Φανταζόταν ότι ανέβηκε σε μεγάλα πνευματικά ύψη. Όλους τους άλλους τους μη μεμυημένους τους θεωρούσε μικρούς, πενιχρούς, παρακατιανούς.

Άρχισε να μελετά τα ιερά βιβλία του Ινδουισμού, τις Βέδδες, την Μπαγκαβάδ-Γκίτα. Γνώριζε όλο και περισσότερα για τους γκουρού της Ινδίας και τα κατορθώματα τους. Παράλληλα έδειχνε ενδιαφέρον και για όλες τις θρησκείες. Άλλα έβλεπε ότι όλα αυτά δεν του γέμιζαν την ψυχή. Μέσα του ένοιωθε ένα κενό. Ο διαλογισμός δεν προσέφερε κάποια ψυχική ικανοποίηση.

 Ο μέσα του κόσμος έμοιαζε σαν κούφιο καρύδι.

Τότε σκέφθηκε να ξεφύγει από τον κλοιό της κινήσεως του Μαχαρίσι, για να παρακολουθήσει και τις κινήσεις των διαφόρων άλλων γκουρού και τις σχολές γιόγκα. Ήλπιζε μήπως συναντούσε εκεί ο.τι  δεν βρήκε στον πρώτο γκουρού. Άλλα κι εδώ δεν υπήρχε τίποτε που να του προσφέρει ψυχική χαρά και ανακούφιση. Παρακινήθηκε να γνωρίσει και την θεοσοφία. Έτσι προσπαθούσε να βρίσκει το καλό και το αληθινό σκορπισμένο όχι σε μία θρησκεία, αλλά στο σύνολο των θρησκειών. Πήρε δίπλωμα θεοσοφιστικής σχολής. Δυστυχώς όμως, το ψυχικό κενό παρέμενε.

Αυτήν την περίοδο, κάποια κυρία που ανακατευόταν με τα γκουρουιστικά κι έκανε διαλογισμό του μίλησε για ένα βιβλίο. Σ' αυτό το βιβλίο γίνεται λόγος για την προσευχή των μοναχών και των ησυχαστών της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Η κυρία αυτή είχε μπερδέψει τον γκουρουϊστικό διαλογισμό με την νοερά προσευχή των Ορθοδόξων.

Του είπε: «Διάβασε αυτό το βιβλίο, θα δεις ότι και οι Ορθόδοξοι μοναχοί ασκούνται στον διαλογισμό».

Πράγματι ο Κωνσταντίνος, προμηθεύτηκε το βιβλίο. Ο τίτλος του: «Περιπέτειες ενός προσκυνητού». Του άρεσε πολύ. Ο ίδιος ομολογούσε αργότερα: «Αυτό το βιβλίο το έφαγα κυριολεκτικά. Με μάγεψε».

Τότε πλησίαζε η μεγάλη ημέρα των Χριστουγέννων. Και την παραμονή και ανήμερα χτυπούσαν οι χριστουγεννιάτικες καμπάνες. Ετούτοι οι ήχοι αύτη την φορά είχαν κάτι το ξεχωριστό.

Άρχισαν να του αναμοχλεύουν τον ψυχικό κόσμο. Του έφερναν παλαιές αναμνήσεις, θυμήθηκε που μικρό τον έπαιρναν οι γονείς του και τον πήγαιναν στην χριστουγεννιάτικη Λειτουργία. Αυτοί οι ήχοι τον περιέλουσαν με μία χριστιανική ατμόσφαιρα, που την ένοιωσε πολύ έντονα. Καταλάβαινε πώς αυτή η ατμόσφαιρα έκρυβε μέσα της δύναμη και φως και χαρά, ό,τι δηλαδή απουσίαζε από τον γκουρουιστικό κόσμο. Εκείνη την ώρα απεφάσισε να χρησιμοποιήσει την ευχή του Ιησού, για την οποία μιλούσε το βιβλίο που τότε διάβαζε.

Υπό τα ηχητικά κύματα των χριστουγεννιάτικων κωδωνοκρουσιών, άρχισε να λέει νοερώς το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Ο νοερός ηχητικός αντίλαλος της ευχής του Ιησού συγχωνευόταν με τους αντίλαλους της χριστουγεννιάτικης καμπάνας. «Η γέννησίς σου, Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως».

Ανατολή φωτός. Κάποιο φως ανέτειλε στην καρδιά του. Καθώς προχωρούσε η ώρα, κατάλαβε ότι πια είχε διαζευχθή μόνιμα το μάντρα, δηλαδή την ινδουιστική λέξη του διαλογισμού, και είχε συζευχθεί με την ευχή του Ιησού. Έλεγε την ευχή και ένοιωθε χαρά στην ψυχή του. Πρώτη φορά δοκίμαζε χαρά. Ό ινδουιστικός διαλογισμός ήταν «μαστοί κατάξηροι», δεν προσέφεραν γάλα αγαλλιάσεως. Η μονολόγιστη ευχή των Ορθοδόξων ήταν πηγή ύδατος ζώντος.

«Όταν έλεγα την ευχή», ομολογούσε αργότερα, «αισθανόμουνα πολύ όμορφα». Γευόταν την χαρά. Χαρά, αλλά και ειρήνη. Τέτοια ειρήνη πρώτη φορά δοκίμαζε.

Τώρα πια το βρέφος της Βηθλεέμ, ο Κύριος Ιησούς, οδηγούσε τον Κωνσταντίνο στους δικούς του δρόμους. Μετά από λίγο καιρό τα βήματα του οδηγήθηκαν προς την Θεσσαλία, προς το Μεγάλο Μετέωρο, δηλαδή την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως. Εκεί βρήκε τον ευλαβή και ενάρετο ηγούμενο Αλέξιο, ο οποίος τον βοήθησε στην πλήρη μεταμόρφωσή του. Εξομολογήθηκε επί αρκετή ώρα την πλάνη του, την αποστασία του. Εξαγόρευσε τα αμαρτήματά του, τα προβλήματά του. Μεταμόρφωσις στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως!

Σιγά-σιγά βοηθήθηκαν και τα μέλη της οικογενείας του, και όλοι αποτραβήχτηκαν από τα ινδουιστικά ψεύδη. Όλοι βρήκαν την οδό της σωτηρίας. Από την μεταστροφή του και κατόπιν, ο Κωνσταντίνος (ομολόγησε πολλές φορές την πνευματική του περιπέτεια, και βοήθησε πολλές ψυχές να γλυτώσουν από τις ψευδοδιδασκαλίες των γκουρού. Μάλιστα άνοιξε στην Αθήνα και ένα χριστιανικό βιβλιοπωλείο, ώστε να διαδίδει τα όμορφα βιβλία της ορθοδόξου πνευματικότητος και να στηρίζει ψυχές στον δρόμο του φωτός.

Η ιστορία του Κωνσταντίνου μου φέρει στον νου μία παρεμφερή. Αφορά το πρόσωπο της Τατιάνας Γκορίτσεβα. Αυτή στην αρχή ήταν καθηγήτρια της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Λένινγκραντ και υπέρμαχος της αθεϊστικής μαρξιστικής ιδεολογίας. Η ψυχή της όμως δεν εύρισκε εκεί ικανοποίηση. Κατόπιν στράφηκε προς την ζωή των χίππηδων και άλλων περιθωριακών τύπων. Άλλα κι εκεί ένοιωσε ψυχικό κενό. Στο τέλος νόμισε ότι θα βρει την ψυχική λύτρωση στις ανατολικές θρησκείες. Εντάχθηκε σε μια γκουρουϊστική ομάδα και άρχισε να μυήται στα ινδουιστικά δόγματα και μυστήρια. Όπως ήταν επόμενο, άρχισε και τον διαλογισμό.

Σε μερικές χριστιανικές χώρες οι γκουρού, πονηρά σκεπτόμενοι, λένε στην αρχή στους προσηλυτιζόμενους να κάνουν διαλογισμό με χριστιανικές προσευχές. Αν βέβαια πρόκειται για προσηλυτισμό σε μουσουλμανικές χώρες, προτιμούν προσευχές από το Κοράνιο. Μέθοδος για πλούσιαν άγραν θυμάτων.

Λοιπόν στην Τατιάνα Γκορίτσεβα έδωσαν σαν πρώτο μάντρα μια χριστιανική προσευχή, το «Πάτερ ημών». Και αυτή έβρισκε ήσυχο μέρος, αυτοσυγκεντρωνόταν και άρχισε να επαναλαμβάνει συνεχώς το «Πάτερ ημών». Και σε μια στιγμή συνέβη αυτό που ποτέ δεν το περίμενε ο γκουρού ούτε βέβαια και η ίδια. Ο ουράνιος Πατέρας, τον οποίον επεκαλείτο, της εμφανίσθηκε, όπως ήταν δυνατό να εμφανισθεί. Της γνώρισε το πρόσωπό Του, όπως ήταν δυνατόν να γνωρισθεί. Της δημιούργησε μέσα της «οθνείαν αλλοίωσιν ευπρεπεστάτην». Επικοινώνησε άμεσα, ζωντανά με τον αιώνιο Θεό, τον Πατέρα και Πλάστη. Κοσμογονία έγινε στην ψυχή της, την ύπαρξή της. Από εκείνη την στιγμή άλλαξε η ζωή της. Ό ουράνιος Πατέρας, για τον οποίο μίλησε εδώ στην γη ο Χριστός, που μας παρέδωσε και την προσευχή προς Αυτόν, το «Πάτερ ημών», το ένοιωσε, ήταν ζωντανός, ήταν αληθινός. Τον γνώρισε, τον έζησε, τον πίστεψε!

Από εκείνη την στιγμή, εντάσσεται σιγά-σιγά στην Ορθόδοξο Ρωσική Εκκλησία, γίνεται ζωντανό μέλος της και δίνει συνεχώς την καλήν μαρτυρίαν.

Θαύμα μέγα. Και παράδοξο. Μέσω του Ινδουισμού γνώρισε τον αληθινό Θεό των Ορθοδόξων πατέρων της. Μπορεί εκείνη την ώρα της Θεϊκής αλλοιώσεως να μη χτυπούσαν χριστουγεννιάτικες καμπάνες, όπως στην περίπτωση του αδελφού Κωνσταντίνου. άλλα χτυπούσαν πνευματικές κωδωνοκρουσίες που εμήνυαν ότι το βρέφος της Βηθλεέμ ετοιμάζεται να ανακληθεί στην φάτνη της καρδίας της.

Εδώ στην Ελλάδα στα θρησκευτικά βιβλιοπωλεία κυκλοφορούν μεταφρασμένα αρκετά ωραία βιβλία της Τατιάνας Γκορίτσεβα. Συνιστούμε εκθύμως να τα διαβάσετε, για να δείτε και στην δική της ζωή τα μεγαλεία του Θεού.


Από το βιβλίο: Η ΕΚΠΛΗΞΙΣ ΤΟΥ ΥΠΕΡΦΥΣΙΚΟΥ





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου