Γιατί όσοι αρνούνται την Δημιουργία,
αρνούνται τον Χριστό;
Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη
Σ' όποιον διατηρεί ακέραιη την πνευματική τον ευαισθησία, το μεγαλείο της δημιουργίας γίνεται πρόσβασις στα άδυτα της θεολογίας. Γι' αυτό ο επίλογος τούτου του βιβλίου θα έχει θεολογικό χρώμα. Θα μας φέρει σε επαφή με τις εμπειρίες των μεγάλων θεολόγων της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ίσως μερικούς τους ζαλίζουν τα ύψη της θεολογίας, αλλά ο Προφήτης συνιστά σε όλους το «δεύτε και αναβώμεν εις το όρος Κυρίου».
Ο Θεός της χριστιανικής αποκαλύψεως δεν έχει χαρακτήρα στατικό. Είναι αιώνια δυναμικός και κινητικός. Η ύπαρξις τριών προσώπων στην μία θεϊκή ουσία επιτρέπει την ανάπτυξη αγαπητικής σχέσεως. «Ο Θεός αγάπη εστί» κατά την Καινή Διαθήκη. Και αυτός ο ανέκφραστος και αιώνιος δυναμισμός και πλούτος, αυτή δηλαδή η φλόγα της θεϊκής αγάπης, ξεχύνεται και προς τα έξω με αποτέλεσμα την δημιουργία του κόσμου. Έτσι ο Θεός, αν επιτρέπεται η έκφρασις, πηδάει έξω από τον εαυτόν τον, «έξω εαυτού γίνεται δι' υπερβολήν αγαθότητος».
Με την κτίσι του κόσμου παράλληλα προς τις άκτιστες έχουμε και κτιστές πραγματικότητες. Άκτιστες είναι ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα. Κτιστές, οι άγγελοι, οι άνθρωποι, τα ζώα, τα φυτά, η ανόργανη ύλη.
Οι πρώτες κινούνται έξω από τον χρόνο και τον χώρο, οι δευτέρες είναι φυλακισμένες μέσα σε χρονικά και τοπικά όρια. Ο Πατήρ άχρονα γεννά από την ουσία του τον Υιό και άχρονα εκπορεύει από την ουσία του το Άγιον Πνεύμα. Ο κόσμος όμως δεν προέρχεται από την ουσία, αλλά από την βούληση και ενέργεια τον Θεού, πιο ακριβώς από την κοινή και ενιαία ενέργεια τον Τριαδικού Θεού.
Αφ' ης στιγμής ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, δεν ένοιωσε διαφορετικά, διότι απέκτησε την νέα ιδιότητα του Δημιουργού. Στον Θεό δεν συντελούνται εκπλήξεις και πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος, γι' αυτόν ήταν σαν να υπήρχε. Γι' αυτόν δεν υπάρχει παρελθόν και μέλλον ούτε πράγματα παρελθόντα ή μέλλοντα, αλλά τα πάντα είναι ένα άχρονο και αιώνιο παρόν.
Σχετικώς σημειώνει ο μεγάλος «μυστικός» πατήρ της Ρωμιοσύνης Συμεών ο νέος θεολόγος: «Προϋφέστηκε παρ' αυτώ και εν αυτώ τα πάντα' οι γαρ μήπω γεννηθέντες ούχ ως μη όντες, αλλ' ως ήδη γεγονότες παρά τω Θεώ είσιν» (Λόγος ηθικός 1ος).
Ενώ ο Θεός κατά την ουσία τον είναι άπιαστος, πιάνεται κατά τις ενέργειες του. Εφ' όσον ο άχρονος Θεός δημιούργησε τον «εν χρόνω» και μαζί με τον χρόνο, κόσμο δια των ενεργειών του, μπορούμε να εξιχνιάσουμε μέσα σ' αυτόν, τον κόσμο, τις θεϊκές εκφάνσεις και έτσι να προχωρήσουμε στην θεογνωσία.
Ενώ κατ' ουσίαν υπάρχει στον Θεόν μία απλή ενέργεια, εν τούτοις αυτή διαιρείται κατά μυστηριώδη τρόπο σε πολλές. Πρόκειται για διαίρεσι αδιαίρετη, «Μερίζεται αμερίστως». Σ' όλα τα κτίσματα διακρίνουμε την βουλητική και την ουσιοποιόζωοποιό. Σε άλλα και την σοφοποιό ή θεοποιό. ενέργεια. Σε ωρισμένα και την
Δεν μετέχουν δηλαδή όλα τα οντά κατά τον ίδιο τρόπο στην θεότητα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο Θεός τεμαχίζεται, αφού σε κάθε ενέργεια τον είναι παρών ολόκληρος. Και με κάθε τον ενέργεια μετέχεται όλος και από κάθε του ενέργεια ονομάζεται όλος. Για τον Θεόν δεν υπάρχει μέρος και όλον. Βέβαια αυτός ο αμέριστος μερισμός δεν μπορεί να κατανοηθεί από την πεπερασμένη και κτιστή διάνοια μας. Αν μπορούσαμε να κατανοήσουμε πλήρως τον Θεόν, θα ήμασταν κι εμείς θεοί.
Τα δυσεξαρίθμητα δημιουργήματα μέσα στα οποία δρουν οι δημιουργικές και προνοητικές και συνεκτικές και καλλοποιές και αγαθοποιές και σοφοποιές και θεουργικές τόσες άλλες δυνάμεις του Θεού «σάλπιγγος λαμπρότερον τον Δημιουργόν ανακηρύττουσιν» (Ι.Χρυσόστομος). Όλα τα κτίσματα γίνονται φλογεροί ιεροκήρυκες που εγκώμιαζουν τον Ποιητή τους. Γίνονται, για να χρησιμοποιήσω την φράσι τον Θεολόγου Γρηγορίου, «σιγώντες επαινέται της μεγαλουργίας και διαπρύσιοι κήρυκες». Παρ' όλο πού στερούνται ανθρώπινης λαλιάς κηρύττουν μεγαλόπρεπα τον Αριστοτέχνη. «Η εν τη κτίσει θεωρούμενη σοφία», κατά τον Γρηγόριο Νύσσης, «λόγος εστί, καν μη έναρθρος». Και όταν υπάρχουν καθαρά αυτιά κατανοούν τα ιερά αυτά κηρύγματα.
Μέσα στην δημιουργία έχουν σκορπισθή μυστικοί καθρέπτες για να αντιφεγγίζουν τα ανέκφραστα και άπειρα μεγαλεία του μεγάλου Βασιλέως. Και να κάνουν προσιτό και καταληπτό και ορατό αυτόν που είναι απρόσιτος και ακατάληπτος και αόρατος.
Ο ανθρώπινος νους που περιεργάζεται τις μεγαλουργίες τον παναρμόνιου και θαυμαστού κόσμου, νοιώθει θεοπρεπή σκιρτήματα. Σύμφωνα με την διδασκαλία των θεολόγων μας ο εξαγνισμένος νους βρίσκει στην μελέτη της κτίσεως πνευματική ηδονή.
«Μεγάλην ηδονήν», σημειώνει ο όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης «προξενούσιν εις τον νουν οι λόγοι των κτισμάτων διότι αυτός βλέπων δι' ενός βλέμματος όλην την νοητήν και αισθητήν κτίσιν... και στοχαζόμενος ότι τα εδημιούργησεν εκ τον μη όντος εις το είναι ο Θεός με ένα τον μοναχόν λόγον... θαυμάζει και απορεί πώς δια μιας τον μόνης θελήσεως τα έκτισεν... Θαυμάζει και εκπλήττεται... Αναλόγως δε τον θαυμασμού τούτου και της εκπλήξεως χαίρει ο νους μετ' ανυπερβλήτου χαράς, ότι έχει τοιούτον Θεόν και Δεσπότην, ο οποίος εποίησε μετά τόσης ευκολίας τοιαύτα ωραία, τοιαύτα σοφά, τοιαύτα μεγάλα και θαυμαστά πράγματα και παρακινείται να λέγη και αυτός μετά του Δαβίδ προς τον Θεόν' «Εξομολογήσομαί σοι, ότι φοβερώς εθαυμαστώθης· θαυμάσια τα έργα σου και η ψυχή μου γινώσκει σφόδρα» (Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον).
Ο σοφός Αγιορείτης ομίλησε για τους λόγους των κτισμάτων σαν τόπο πνευματικής ηδονής. Πιο συνηθισμένη είναι στα Πατερικά κείμενα η φράσις λ ό γ ο ι τ ω ν ό ν τ ω ν. Σχετικές είναι και οι διατυπώσεις: πνευματικοί λόγοι των όντων, λόγοι της κτίσεως, λόγοι τον Θεού, θεωρία της κτίσεως, φυσική θεωρία κλπ.
Τι άραγε εννοούν οι θεολόγοι μας όταν εκφράζονται έτσι; Τι να είναι αυτοί οι λόγοι των όντων; Οπωσδήποτε το θέμα είναι δύσληπτο. Για να το προσεγγίσουμε χρειάζεται να μιλήσουμε πρώτα για τον Λόγο (με λάμδα κεφαλαίο).
Λόγος είναι το δεύτερο πρόσωπο της Τριαδικής θεότητος. Ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού. Κατά τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, «εν αρχή ην ο Λόγος...». Πώς θα εννοήσουμε εδώ τον Λόγο;
Θα τον ιδούμε με τρεις έννοιες. Πρώτον σαν Αιτία. Αιτία από την οποία προήλθαν τα πάντα, αφού «πάντα δι' αυτού εγένετο». Πανταιτία. Δεύτερον σαν Λογική. Σαν υπέρτατη Λογική και Σοφία. Ακόμη και στην Παλαιά Διαθήκη ο Υιός χαρακτηρίζεται σαν Σοφία τον Θεού. Σοφία προσωπική και ενυπόστατη (πρβλ. 8ον κεφ. Παροιμιών: «Ηνίκα Κύριος ισχυρά εποίει τα θεμέλια της γης, εγώ η Σοφία ήμην παρ' αυτώ αρμόζουσα κλπ.»). Τρίτον σαν Ομιλία, αφού δι' αυτού ομιλεί ο Πατήρ και εξαγγέλλει την βουλή του, πράγμα που επισημαίνει και ο προφήτης Ησαΐας με τον χαρακτηρισμό, «μεγάλης βουλής άγγελος».
Κατά θαυμαστό τρόπο στα θεολογικά κείμενα οι λόγοι των όντων συμπίπτουν εννοιολογικά. Παρουσιάζονται όμοια με τρεις έννοιες. Δηλαδή σαν αιτίες που δημιούργησαν τα όντα. Αυτοί αποτελούν τη βάση της ουσίας όλης της κτίσεως. Αυτοί μορφώνουν το κτιστόν Είναι. Σαν λογικά και σοφά νοήματα που κρύβονται μέσα στην κτίσι και την νοηματοδοτούν. Και σαν φωνές και ομιλίες που κηρύττουν τα θεϊκά μεγαλεία. Με άλλα λόγια κατά την θεολογική αντίληψη, οι λόγοι των όντων αποτελούν ενέργειες και δυνάμεις και εκφάνσεις του Λόγου.
Κάτω δηλαδή από το εξωτερικό περίβλημα της κτίσεως, και μέσα στην κτίσι, υπάρχουν και δρουν οι ακτίνες του νοητού ήλιου - Χριστού. Γι' αυτό άλλωστε και ο Απόστολος υπογραμμίζει: «Τα πάντα δι' αυτού και εις αυτόν έκτισται... και τα πάντα εν αυτώ συνέστηκε». Κτίσις του κόσμου δι' α υ τ ο ύ. Κτίσις του κόσμου εις α υ τ ό ν. Σύστασις του κόσμου εν α υ τ ώ. Τα νοήματα είναι σπουδαία και γεμάτα βάθος. Ο Υιός του Θεού δημιουργεί, αλλά και διακυβερνά και συγκρατεί τα σύμπαντα «φέρων τα πάντα τω ρήματι της δυνάμεως αυτού». Αποτελεί την συστατική και την συνεκτική τους δύναμι. «Εις αυτόν κρέμαται η πάντων υπόστασις» (Ι. Χρυσόστομος). Και όλα μιλούν γι αυτόν, τον υπακούουν, τον υπηρετούν τον δοξάζουν. Όλα ατενίζουν σ' αυτόν σαν σε τελικό τους σκοπό, αφού «τα πάντα εις αυτόν έκτισται». Όλα επιζητούν με στεναγμούς αλαλήτους να ενωθούν μαζί του. Αυτός είναι, κατά την Αποκάλυψιν του Ιωάννου, το Α και το Ω της κτίσεως.
Σύμφωνα με την διδασκαλία των μυστικών θεολόγων της Εκκλησίας μας και ιδιαίτερα του Μαξίμου του Ομολογητούόλος ο κτιστός κόσμος αποτελεί ένα είδος ενσαρκώσεως του Λόγου. (Ας σημειωθή ότι υπάρχει και μία άλλη μυστική ενσάρκωσίς του, στο κείμενο της Αγίας Γραφής. Γι' αυτό τόσο η Γραφή όσο και η κτίσις κάτω από ένα κάλυμμα κρύπτουν το μεγαλείο τον Χριστού.
Για τους θεολόγους μεταξύ Βίβλου και δημιουργίας υπάρχει μεγίστη σχέσις. Όπως σημειώνει ο Νικόδημος ο Αγιορείτης, «η κτίσις είναι εξήγησις της Γραφής και η Γραφή της κτίσεως»).
Ατενίζοντας μ' αυτό το πρίσμα τον κόσμο, μπορούμε ν' αναζητούμε μέσα του τον κρυμμένο Λόγο. Αυτόν που «κρύπτεται φαινόμενος και εκφαίνεται κρυπτόμενος» (όσιος Μάξιμος), Αλλά αυτό προϋποθέτει νου καθαρισμένο από την θολούρα των παθών. Μόνο ο εξαγνισμένος νους μπορεί να γίνη θεωρητικός, ώστε να νοιώθη διάφανο το ένδυμα της κτίσεως και ν' αντικρύζη καθαρά τους λόγους των όντων, δηλαδή τις χάριτες και φανερώσεις του Λόγου του Θεοί. Όπως πάλι σημειώνει ο Ομολογητής Μάξιμος, «..,τοις των όντων εαυτόν (ο Λόγος) δι' ημάς απορρήτως εγκρύψας λόγοις αναλόγως δι' εκάστου των ορωμένων ως δια τίνων γραμμάτων υποσημαίνεται». (Περί διαφόρων αποριών).
Αυτά όλα ανήκουν στην «θεωρίαν της κτίσεως», για την οποία τόσο συχνά ομιλούν οι Νηπτικοί πατέρες. (Περί διαφόρων αποριών, ΡG 91, 1285 - 1288)
(Εντυπωσιακό περιστατικό, σχετικό κάπως με το θέμα μας, αναφέρεται στον βίο του μεγάλου ασκητού όσιου Βενεδίκτου (480-547). Δοκίμασε μία μοναδική εμπειρία. Αξιώθηκε ν' αντικρίσει μέσα στην αστραφτερή δόξα του Θεού «πάντα τα όντα, ώσπερ υπό μίαν τινά περιεχόμενα ακτίνα του νοητού ηλίου». Μεγαλειώδες και υπερθαύμαστο βίωμα!).
Σε όλους τους «διαβεβηκότας εν θεωρία» ο κτιστός κόσμος περιέχει μέσα του δύναμι που έλκει στην ένωση με τον Χριστό. Έτσι ολόκληρη η κτίσις υπό μία ευρύτερη έννοια μπορεί κατά κάποιο μυστικό τρόπο να λογισθή σαν Εκκλησία του Χριστού. Ας μη σκανδαλισθή κανείς μ' αυτό πού λέμε. Τα όρια της Εκκλησίας δεν είναι εύκολο να καθορισθούν επακριβώς. Από μια πλευρά η Εκκλησία έχει όρια, από την άλλη όμως δεν έχει. Και το ένα αληθεύει και το άλλο. Όλοι οι πιστοί οι ενσωματωμένοι δια της πίστεως και των μυστηρίων στο σώμα του Χριστού αποτελούν την Εκκλησία. Αυτό είναι αληθές. Πλην όμως ολόκληρος ο κτιστός κόσμος, και αυτός Εκκλησία είναι. Και αυτό σωστό είναι. Πρόκειται κι εδώ για ένα μυστήριο που ο ανθρώπινος νους δυσκολεύεται να το προσεγγίση.
Αφού την κτίσι την διαπερνούν, την διαποτίζουν, την ζωοποιούν και την συνέχουν οι ενέργειες του Χριστού, μπορούμε να την νοιώσουμε σαν Εκκλησία. Άλλωστε και η τύχη της στον μέλλοντα αιώνα συνακολουθεί την Εκκλησία, την νύμφη του Αρνιού, διότι και αύτη θά μεταμορφωθή, θα αφθαρτοποιηθή και θα διαποτιστεί από την υπέρλαμπτη δόξα τον, αφού «εις αυτόν έκτισται», αφού σ' αυτόν αποβλέπει σαν σε έσχατο σκοπό της. «Και αυτή η κτίσις», σημειώνει ο Απόστολος Παύλος, «ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού».
Όταν επάνω στο Θαβώρ προβλήθηκε για λίγο η μέλλουσα βασιλεία, «η καλλονή του μέλλοντος αιώνος» (Γρηγόριος Παλαμάς), λαμπρύνθηκε και το σώμα τον Χριστού, αλλά και τα ενδύματά του. Το σώμα και τα ενδύματα αντιπροσωπεύουν τον κτιστό κόσμο. Αυτό προδηλώνει ότι όλη η κτίσις προορίζεται να μετάσχη στην άκτιστη παραδεισένια δόξα του Χριστού.
Οι υλιστές κατηγορούν τους Χριστιανούς ότι περιφρονούν την ύλη. Πρόκειται για την πιο μεγάλη παρανόησι. Ο Χριστιανισμός δεν δέχεται ότι το σώμα του άνθρώπου, η ύλη, ο υλικός κόσμος είναι κάτι το κακό. Άλλωστε η χάρις μεταδίδεται με υλικά στοιχεία πού αγιάζονται (λάδι - νερό - ψωμί - κρασί).
Για τον υλιστή, μόλις πεθάνουμε, το υλικό σώμα αποσυντίθεται, χάνεται. Γι αυτόν οδεύουμε προς τον χαμό και τον εκμηδενισμό. Για τον Χριστιανό όμως υπάρχουν και μετά τον θάνατο «οδοί ζωής». («Εγνώρισάς μοι οδούς ζωής» λέει ο ψαλμωδός). Υπάρχει μελλοντική αφθαρσία των σωμάτων (για να το χωνέψουμε κάπως αυτό, επιτρέπει ο Θεός πολλά σώματα Αγίων να διατηρούνται και στον παρόντα αιώνα άφθαρτα και εύκαμπτα και γεμάτα θαυματουργική χάρι). Υπάρχει μελλοντική δόξα των σωμάτων και όλης της κτίσεως. Όταν τα Ιερά κείμενα ομιλούν για καινούργια γη και καινούργιους ουρανούς, εννοούν την ένδοξη μελλοντική μεταμόρφωσι και θέωσι ολόκληρου τον κτιστού κόσμου.
Όταν τα μάτια της ψυχής μας φωτίζωνται από τις ακτίνες της θεολογίας, κάθε ενατένισις των κτισμάτων ισοδυναμεί με ενατένισι της θεϊκής δόξας. Νοιώθουμε όλη την δημιουργία «ώσπερ τι βιβλίον έγγραφον, υπαγορευόμενον την του Θεού δόξαν» (Μ. Βασίλειος). Νοιώθουμε όλο τον κόσμο να αποστίλβη και ν' αντιφεγγίζη την χωρίς αρχή και τέλος θεϊκή δόξα. Έτσι ζούμε μία παραμελημένη διάστασι της χριστιανικής ζωής, την δοξολογική, η οποία αγγελοποιεί την ύπαρξί μας.
Αυτό το πνεύμα εμποτίζει και μία ορθρινή προσευχή που αναφέρει: «Ο Θεός... πρόσδεξαι ημών μετά των κτισμάτων σου πάντων την κατά δύναμιν δοξολογίαν... ότι πάσα πνοή και κτίσις υμνεί την ακατάληπτόν σου δόξαν».
Όσοι διαθέτουμε ευαίσθητες πνευματικές χορδές ας αφήσουμε την «φυσικήν θεολογίαν» να συνθέση επάνω τους κάποιες αγγελόπρεπες μελωδίες, όμοιες μ' εκείνες των Τριών Παίδων. Μέσα από το καμίνι της σύγχρονης αποστασίας και κακίας, όπως εκείνοι μέσα από «την κάμινον του πυρός» ας αναφωνήσουμε υμνολογικά:
«Αινετός Κύριος και υπερυψούμενος εις τους αιώνας.
Ευλογείτε πάντα τα έργα Κυρίου τον Κύριον'
υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας».
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: "ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου